- κάτοικοι
- κάτοικοςinhabitantmasc nom/voc pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Αλεούτιοι — Κάτοικοι των Αλεούτων και του νότιου και δυτικού άκρου της Αλάσκας. Είναι μογγολικής καταγωγής, έχουν πλατύ και κοντό πρόσωπο, μικρό ανάστημα και μερικά κοινά χαρακτηριστικά γνωρίσματα με τους Γκιλιάκ. Πολιτιστικά, έχουν αρκετά κοινά με τους… … Dictionary of Greek
Αρβανίτες — Κάτοικοι της Αλβανίας, οι οποίοι, λόγω των αναστατώσεων στη Βαλκανική, τον 13ο αι. μετακινούνται εκούσια ή ακούσια σε διάφορες άλλες χώρες της περιοχής. Ορισμένοι από αυτούς καταλήγουν σε περιοχές της Ελλάδας, γίνονται γνωστοί με το όνομα Α. και… … Dictionary of Greek
Γκέγκηδες — Κάτοικοι της βόρειας Αλβανίας και συγκεκριμένα της περιοχής Γκεγκαρίας, που εκτείνεται μεταξύ των ποταμών Σκούμπι και Μάτι. Οι περισσότεροι εθνολόγοι δεν θεωρούν τους Γ. αμιγείς Αλβανούς, αλλά λαό που προήλθε από την επιμειξία διαφόρων άλλων,… … Dictionary of Greek
Οπούντιοι Λοκροί — Κάτοικοι της αρχαίας Λοκρίδας. Όλες οι πόλεις της Αν. Λοκρίδας αποτελούσαν συμπολιτεία της οποίας τη βουλή, που την έλεγαν βουλή των Χιλίων, αποτελούσαν εκπρόσωποι των πόλεων που τη συγκροτούσαν. Στα χρόνια των Μηδικών πολέμων οι Ο.Λ. αγωνίστηκαν … Dictionary of Greek
Σαμαρείτες — Κάτοικοι της Σαμάραας. Όταν το 721 π.Χ. οι Εβραίοι εξορίστηκαν, οι Ασσύριοι έφεραν στη Σ. άλλους πληθυσμούς που προέρχονταν από τη Βαβυλωνία και τη Συρία και οι οποίοι, αφού αναμείχθηκαν με τους Εβραίους που είχαν παραμείνει, δημιούργησαν ένα… … Dictionary of Greek
Χαλδαίοι — Κάτοικοι μιας περιοχής (Χαλδαίας), της οποίας είναι δύσκολο να καθοριστούν τα ακριβή όρια. Στα σφηνοειδή κείμενα η Χαλδαία είναι η κεντρική Βαβυλωνία· αργότερα όμως χαρακτηριζόταν ολόκληρη η Βαβυλωνία και με την έννοια αυτή ο όρος συναντάται στη… … Dictionary of Greek
Αθήνα — Πρωτεύουσα της Ελλάδας, από τις 18 Σεπτεμβρίου 1834, και του νομού Αττικής, το μεγαλύτερο πνευματικό, βιομηχανικό και οικονομικόεπιχειρησιακό κέντρο της χώρας. Βρίσκεται σε Β πλάτος 37° 58’ 20,1’’ και μήκος 23° 42’ 58,815’’ Α του Γκρίνουιτς. Στην … Dictionary of Greek
κρήτη — I Νησί (8.331 τ. χλμ., 601.131 κάτ.) της νοτιοανατολικής Μεσογείου, σε απόσταση περίπου 100 χλμ. ΝΑ της Πελοποννήσου. Πρόκειται για το μεγαλύτερο σε έκταση νησί της Ελλάδας (δεύτερο είναι η Εύβοια με έκταση 3.658 τ. χλμ.), το πέμπτο της Μεσογείου … Dictionary of Greek
Ελλάδα - Ιστορία (Αρχαιότητα) — ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ ΚΑΙ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ (600000 1100 π.Χ.) Σύμφωνα με τα αρχαιολογικά ευρήματα, θεωρείται ότι η ζωή ξεκίνησε στον ελλαδικό χώρο από το 100 000 π.Χ. (Παλαιολιθική εποχή). Όμως, η χρονική περίοδος που ιστορικά παρουσιάζει εξαιρετικό… … Dictionary of Greek
Ελλάδα - Ιστορία (Βυζάντιο, Τουρκοκρατία) — ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΠΕΡΙΓΡΑΜΜΑ ΤΩΝ ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ ΧΡΟΝΩΝ Η ιστορία του Βυζαντίου, μακρόχρονη και περιεκτική σε γεγονότα, παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον. Οικοδομημένη πάνω στα θεμέλια ενός οργανωμένου και ισχυρού ρωμαϊκού κράτους, κατέληξε σε μια δομή καθαρά… … Dictionary of Greek